Αυτοέκδοση του Βασίλειου Διακοβασίλη, με την πρώτη απόπειρα του να μεταφέρει διηγήματα που γράφει εδώ και μερικά χρόνια, από τα ηλεκτρονικά μέσα δικτύωσης, σε έντυπη μορφή, σε βιβλίο. Ανθρώπων ιστορίες , ο τίτλος του.... ...Ιστορίες, απ΄ τη ζωή βγαλμένες ή φανταστικές, ποιος αλήθεια ξέρει; Ιστορίες, που όταν αρχίσεις να κτυπάς το πληκτρολόγιο, τα γράμματα ένα ένα, οι λέξεις και οι προτάσεις εμφανίζονται αβίαστα, οι ιστορίες κυλούν μπροστά σου, σαν ένα ποτάμι, που θα σταματήσει μόνο όταν θα φτάσει στον προορισμό του. Και τότε αφού ειπωθούν, η ψυχή γαληνεύει διότι την απάλυνες από το αβάσταχτο φορτίο με το οποίο η μνήμη την πλάκωνε. Ιστορίες για την αγάπη, για τον χωρισμό, για τη μοίρα των ανθρώπων, για τις καλές στιγμές ή τις δύσκολες αποφάσεις τους. Ιστορίες ανθρώπων....
Σε λίγο η μάνα της, της έφερε το δίσκο με τον τούρκικο καφέ - έτσι τον έλεγαν ακόμα τότε στο χωριό της- κι ένα δροσερό ποτήρι νερό. Κάθισε δίπλα της! Η συζήτηση σχεδόν τυπική! Πώς πάει το Πανεπιστήμιο, πώς είναι η ζωή στη Θεσσαλονίκη, τι κάνουν οι παρέες της. Στην πραγματικότητα η Χάρης, ήθελε να μάθει απ΄ την κόρη της αν είχε δημιουργήσει κάποιον δεσμό, όμως οι σύντομες, δίχως ενθουσιασμό απαντήσεις που λάμβανε, την αποθάρρυναν από το να συνεχίσει την κουβέντα. Αυτή ήταν και η μεγάλη της αγωνία. Είχε κάνει την υπέρβαση μια φορά απέναντι στα κλειστά ήθη του χωριού της, στέλνοντας την κόρη της μόνη να σπουδάσει στη μακρινή Θεσσαλονίκη, μα αν τα έμπλεκε μ΄ έναν "ξένο", ποιος θα μπορούσε να κλείσει τα στόματα των συγχωριανών της. Θα κατασπάραζαν τη Χάρις οικτίροντας την για την τύχη της, αλλά και αποδίδοντας της όλες τις ευθύνες των επιλογών της. Τη δε Μαρία, θα την ξέγραφαν οριστικά από τα κατάστιχα των καλών και τίμιων κοριτσιών του τόπου τους κι έτσι θα έχανε το τυχερό